ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ - ΧΥΔΑΙΑ ΓΛΩΣΣΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ· ΥΠΑΡΧΟΥΣΙ ΧΥΔΑΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ



Ο Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1860 στην Ιθάκη, όπου ο πατέρας του Παύλος Μαμπίλης ή Μαβίλης , ισπανικής καταγωγής, υπηρετούσε ως δικαστής του Ιονίου Κράτους. Μητέρα του ποιητή ήταν η Κερκυραία αριστοκράτισσα Ιωάννα Μαβίλη . Ο ποιητής είχε μια αδελφή δεκατέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του, την Εσθήρ, η οποία, ύστερα από έναν αποτυχημένο γάμο, αφοσιώθηκε στον αδελφό της και τον είχε υπό την προστασία και τη φροντίδα της σε όλη του τη ζωή - πολύ περισσότερο που ο ίδιος δεν αποφάσισε να παντρευτεί. Η οικογένειά του είχε ανθηρά οικονομικά - κυρίως κτηματική περιουσία - ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει την πολυετή και πολυδάπανη παραμονή του νεαρού Λορέντζου ως φοιτητή στη Γερμανία

Φλογερός πατριώτης, έξοχος ποιητής και πνευματικός άνθρωπος . Παρακολουθούσε από κοντά τα προβλήματα της εποχής του και αγωνίστηκε για τη Λευτεριά και την πατρίδα. Η αγάπη που του για την πατρίδα μεταφράζεται στην προσπάθεια για αναγέννηση και ευτυχία του λαού.

Με την ποίησή του τραγούδησε για τη λευτεριά και την πατρίδα για την οποία και θυσιάστηκε. Μάλιστα λίγο πριν πεθάνει, στο  Δρίσκο, είπε:

«Όλα τα περίμενα, όχι όμως και  την ευτυχία να πεθάνω για την Ελλάδα».

Το 1896 με την έκρηξη της Κρητικής Επανάστασης πολεμάει εθελοντής στην Κρήτη. Το 1897 με δικά του έξοδα σχημάτισε σώμα εθελοντών που πολέμησε στην  Ήπειρο, όπου και τραυματίζεται. Το 1910 εξελέγη βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου στην αναθεωρητική Βουλή. Ιστορική θα μείνει η αγόρευσή του για την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας όταν συζητιόταν το άρθρο 107 του συντάγματος που είναι σταθμός στην ιστορία του γλωσσικού ζητήματος. Διαφώνησε με τις δύο προτάσεις, για συνταγματική κατοχύρωση της καθαρεύουσας και για απαγόρευση μετάφρασης του Ευαγγελίου, που τις θεώρησε ανελεύθερες. Δέχεται όμως ότι η γλώσσα του λαού πρέπει να καλλιεργηθεί και να εμπλουτισθεί από «ολόκληρον την κληρονομίαν του παρελθόντος» και γι’ αυτό υπερασπίζεται με θέρμη τη μετάφραση της Οδύσσειας του Πολυλά. Σχετικό με τις γλωσσικές του απόψεις είναι το πολεμικό του σονέτο «Μαλλιαρός».

«ο καθηγητής του Αρσακείου κ. Μιχαλόπουλος, βουλευτής κι αυτός, να ζητήσει από τη Βουλή να καθιερώσει μέσα στο σύνταγμα για επίσημη γλώσσα του έθνους την καθαρεύουσα, τη «γλώσσα των νόμων κτλ». Αμέσως άναψε φοβερός καυγάς μέσα κι έξω απ’ τη Βουλή. Τότε ο Μαβίλης έκανε την περίφημη αγόρεψή του για να υπερασπίσει την εθνική γλώσσα από την επιβουλή των σκοτεινών πνευμάτων. Όταν ανέβηκε στο βήμα όλη η κοινοβουλευτική ζούγκλα λούφαξε διά μιας. Σπάνια στάθηκε απάνου σε κείνο το σανίδι ένα τόσο άψογο ήθος, μια τόση πνευματική αξιοπρέπεια, μια τόσο υψηλή συνείδηση του Χρέους. «Είμαι μαθητής και υπήρξα επί πολλά έτη φίλος του Πολυλά…». Έτσι άρχισε, για να καταλήξει σε κείνον τον υπέροχον αφορισμό»:

…ένεκα αυτής της προτάσεως χαρακτηρίζεται ατιμωρητί η γλώσσα, την οποίαν ομιλεί ο Ελληνισμός ολόκληρος από άκρου εις άκρον, από Κερκύρας μέχρι του Καυκάσου, χαρακτηρίζεται ως χυδαία. Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει· υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν.

Ο άκαμπτος χαρακτήρας του και το ότι δεν προσαρμόστηκε στο ρεύμα της συναλλαγής που επικρατούσε, το λεγόμενο ρουσφέτι, συντέλεσε στο να μην εκλεγεί βουλευτής στις επόμενες εκλογές. Στο Βαλκανικό πόλεμο του 1912, παρά τα 53 του χρόνια κατετάγη εθελοντής λοχαγός των Γαριβαλδινών ερυθροχιτώνων. (Ονομαζόταν Γαριβαλδινοί οι εθελοντές Έλληνες και ξένοι από το όνομα του αρχηγού τους, Ιταλού στρατηγού, Γαριβάλδη. Ερυθροχίτωνες λέγονταν λόγω του κόκκινου χιτώνα που φορούσαν).  Σκοτώθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1912 στο χωριό Δρίσκος, κοντά στα Γιάννενα σε επίθεση των τούρκων. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος εύστοχα παρατήρησε: «Ο Μαβίλης στάθηκε ένας απ’ τους σπάνιους εκείνους ποιητές που το καλύτερό τους ποίημα είναι η ζωή τους».

Ο Λορέντσος Μαβίλης μαζί με το Διονύσιο Σολωμό είναι oι κορυφαίοι της εφτανησιώτικης ποιητικής σχολής.  Στο μικρό σε έκταση έργο του ιδιαίτερη θέση έχουν τα σονέτα. Σε ένα από αυτά, στο σονέτο με τίτλο «Φάληρο» (Ιούνιος 1911), για πρώτη φορά σε ελληνικό ποίημα αναφέρονται οι λέξεις αυτοκίνητο, σοφέρ και μπαρ, άγνωστες μέχρι τότε στον μέσο Έλληνα.


Ο Μαβίλης είχε μεγάλη και βαθιά μόρφωση. Ήξερε ιταλικά, γαλλικά, γερμανικά, εγγλέζικα, ισπανικά και σανσκριτικά. Άφησε μεταφράσεις από διάφορες γλώσσες (και από σανσκριστικά).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΦΑΣΙΣΜΟΣ: ΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ

ΑΤΟΜΙΚΟ ΡΟΛΟΙ